Greek-English Dictionary (Georgakas)
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- αμφίδρομος, -η, -ο [amfí∂romos] (L)
- running both ways, two-way:
- αμφίδρομη και όχι μονόδρομη πρέπει να φαντασθούμε την αιτιότητα ανάμεσα στους δύο τους όρους (το δημιουργό και την εποχή του) (Papanoutsos) |
- poem εκεί ...| που ο χρησμός αστράφτει ~ στα σκότη (Sikel)
[fr K, AG αμφίδρομος]
- running both ways, two-way:



