Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αλβανοσοβιετικός, -ή, -ό [alvanosovietikós]
- Albano-Soviet:
- αλβανοσοβιετικές σχέσεις |
- αλβανοσοβιετική σύγκρουση
[cpd of Aλβανός & Σοβιετικός]
- Albano-Soviet: