Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αγριοτσουκνίδα [aγriotsukní∂a] η, bot
- ① hornbeam, Carpinus betulus (syn γάβρος, γράβος)
- ② the self-grown nettle Urtica urens
[fr late MG αγριοτσουκνίδα, cpd w. τσουκνίδα]