Greek-English Dictionary (Georgakas)

Go

Search options

Basket

Results for: Αστούρια
2 items total [1 - 2]
Αστούρια [astúria] η, (& Aστούριες οι) geogr
  • name of region in NWSpain, Asturias:
    • ήμουν δάσκαλος σ' ένα χωριό της Aστούριας (Kazantz) |
    • γλυκά και εύθυμα τραγούδια των Aστουριών (Ouranis)

[fr Sp Asturias]

Αστουριανός [asturianós] ο,
  • inhabitant of Asturia:
    • πήδησε η χάρη στο πρόσωπο του θερμόαιμου Aστουριανού (Papatsonis).
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go