Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αραγονέζος
1 εγγραφή
Αραγονέζος [araγonézos] ο, Aραγονέζα [araγonéza] η, (L)
  • inhab of Aragon, Aragonese:
    • μετ' αυτούς την επήραν [την Aθήνα] Aραγονέζοι και Φλορεντίνοι άρχοντες (Demetrieis) |
    • ο φλογερός ~άρχισε με φανατισμό να κηρύχνει (Kazantz)

[fr It aragonese ← Sp aragonὐs; cf Eγγλέζος, Mαλτέζος, Φραντσέζος etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες