Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζεῦγος
1 εγγραφή
ζεύγος το.
  • 1) Ζευγάρι ζώων:
    • (Δούκ. 14931).
  • 2) Ζευγάρι, αντρόγυνο:
    • (Διγ. Άνδρ. 41218).

[αρχ. ουσ. ζεύγος. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες