Epitome of the Kriaras Dictionary

Go

Search options

Basket

Results for: βρακίν
1 item total
βρακίν το· βρακί.
  • Είδος περισκελίδας:
    • μόλις εσώθην εις την γην γυμνός με το βρακίν του (Βέλθ. 1110).

[<μτγν. ουσ. βράκιον (DGE). Τ. ίον στον Ησύχ. (LBG). Ο τ. και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go