Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Ἀλέξανδρος (20.1-21.11)


[20.1] Ἦν δέ τις ἐν τῷ Δαρείου στρατῷ πεφευγὼς ἐκ Μακεδονίας ἀνὴρ Μακεδών, Ἀμύντας, οὐκ ἄπειρος τῆς Ἀλεξάνδρου φύσεως. [20.2] οὗτος ὡρμημένον ἰδὼν Δαρεῖον εἴσω τῶν στενῶν βαδίζειν ἐπ᾽ Ἀλέξανδρον, ἐδεῖτο κατὰ χώραν ὑπομένειν ἐν πλάτος ἔχουσι πεδίοις καὶ ἀναπεπταμένοις, πρὸς ἐλάττονας πλήθει τοσούτῳ διαμαχούμενον. [20.3] ἀποκριναμένου δὲ Δαρείου δεδιέναι μὴ φθάσωσιν αὐτὸν ἀποδράντες οἱ πολέμιοι καὶ διαφυγὼν Ἀλέξανδρος, «ἀλλὰ τούτου γ᾽» εἶπεν «ὦ βασιλεῦ, χάριν θάρρει· βαδιεῖται γὰρ ἐκεῖνος ἐπὶ σέ, καὶ σχεδὸν ἤδη βαδίζει». [20.4] ταῦτα λέγων Ἀμύντας οὐκ ἔπειθεν, ἀλλ᾽ ἀναστὰς ἐπορεύετο Δαρεῖος εἰς Κιλικίαν, ἅμα δ᾽ Ἀλέξανδρος εἰς Συρίαν ἐπ᾽ ἐκεῖνον. [20.5] ἐν δὲ τῇ νυκτὶ διαμαρτόντες ἀλλήλων, αὖθις ἀνέστρεφον, Ἀλέξανδρος μὲν ἡδόμενός τε τῇ συντυχίᾳ καὶ σπεύδων ἀπαντῆσαι περὶ τὰ στενά, Δαρεῖος δὲ τὴν προτέραν ἀναλαβεῖν στρατοπεδείαν καὶ τῶν στενῶν ἐξελίξαι τὴν δύναμιν. [20.6] ἤδη γὰρ ἐγνώκει παρὰ τὸ συμφέρον ἐμβεβληκὼς ἑαυτὸν εἰς χωρία θαλάττῃ καὶ ὄρεσι καὶ ποταμῷ διὰ μέσου ῥέοντι τῷ Πινάρῳ δύσιππα καὶ διεσπασμένα πολλαχοῦ καὶ πρὸς τῆς ὀλιγότητος τῶν πολεμίων ἔχοντα τὴν θέσιν. [20.7] Ἀλεξάνδρῳ δὲ τὸν μὲν τόπον ἡ τύχη παρέσχεν, ἐστρατήγησε δὲ τῶν ἀπὸ τῆς τύχης ὑπαρχόντων πρὸς τὸ νικῆσαι βέλτιον, [20.8] ὅς γε τοσούτῳ πλήθει τῶν βαρβάρων λειπόμενος, ἐκείνοις μὲν οὐ παρέσχε κύκλωσιν, αὐτὸς δὲ τῷ δεξιῷ τὸ εὐώνυμον ὑπερβαλὼν καὶ γενόμενος κατὰ κέρας, φυγὴν ἐποίησε τῶν καθ᾽ αὑτὸν βαρβάρων, ἐν πρώτοις ἀγωνιζόμενος, ὥστε τρωθῆναι ξίφει τὸν μηρόν, ὡς μὲν Χάρης φησίν ὑπὸ Δαρείου (συμπεσεῖν γὰρ αὐτοὺς εἰς χεῖρας)· [20.9] Ἀλέξανδρος δὲ περὶ τῆς μάχης ἐπιστέλλων τοῖς περὶ τὸν Ἀντίπατρον οὐκ εἴρηκεν ὅστις ἦν ὁ τρώσας, ὅτι δὲ τρωθείη τὸν μηρὸν ἐγχειριδίῳ, δυσχερὲς δ᾽ οὐδὲν ἀπὸ τοῦ τραύματος συμβαίη, γέγραφε. [20.10] νικήσας δὲ λαμπρῶς καὶ καταβαλὼν ὑπὲρ ἕνδεκα μυριάδας τῶν πολεμίων, Δαρεῖον μὲν οὐχ εἷλε, τέτταρας σταδίους ἢ πέντε προλαβόντα τῇ φυγῇ, τὸ δ᾽ ἅρμα καὶ τὸ τόξον αὐτοῦ λαβὼν ἐπανῆλθε· [20.11] καὶ κατέλαβε τοὺς Μακεδόνας τὸν μὲν ἄλλον πλοῦτον ἐκ τοῦ βαρβαρικοῦ στρατοπέδου φέροντας καὶ ἄγοντας, ὑπερβάλλοντα πλήθει, καίπερ εὐζώνων πρὸς τὴν μάχην παραγενομένων καὶ τὰ πλεῖστα τῆς ἀποσκευῆς ἐν Δαμασκῷ καταλιπόντων, τὴν δὲ Δαρείου σκηνὴν ἐξῃρηκότας ἐκείνῳ, θεραπείας τε λαμπρᾶς καὶ παρασκευῆς καὶ χρημάτων πολλῶν γέμουσαν. [20.12] εὐθὺς οὖν ἀποδυσάμενος τὰ ὅπλα πρὸς τὸ λουτρὸν ἐβάδιζεν εἰπών· «ἴωμεν ἀπολουσόμενοι τὸν ἀπὸ τῆς μάχης ἱδρῶτα τῷ Δαρείου λουτρῷ». καί τις τῶν ἑταίρων «μὰ τὸν Δία» εἶπεν, «ἀλλὰ τῷ Ἀλεξάνδρου· τὰ γὰρ τῶν ἡττωμένων εἶναί τε δεῖ καὶ προσαγορεύεσθαι τοῦ κρατοῦντος». [20.13] ὡς δ᾽ εἶδε μὲν ὅλκια καὶ κρωσσοὺς καὶ πυέλους καὶ ἀλαβάστρους, πάντα χρυσοῦ, ‹δι›ησκημένα περιττῶς, ὠδώδει δὲ θεσπέσιον οἷον ὑπ᾽ ἀρωμάτων καὶ μύρων ὁ οἶκος, ἐκ δὲ τούτου παρῆλθεν εἰς σκηνὴν ὕψει τε καὶ μεγέθει καὶ τῷ περὶ τὴν στρωμνὴν καὶ ‹τὰς› τραπέζας καὶ τὸ δεῖπνον αὐτὸ κόσμῳ θαύματος ἀξίαν, διαβλέψας πρὸς τοὺς ἑταίρους, «τοῦτ᾽ ἦν ὡς ἔοικεν» ἔφη «τὸ βασιλεύειν».
[21.1] Τρεπομένῳ δὲ πρὸς τὸ δεῖπνον αὐτῷ φράζει τις ἐν τοῖς αἰχμαλώτοις ἀγομένας μητέρα καὶ γυναῖκα Δαρείου καὶ θυγατέρας δύο παρθένους ἰδούσας τὸ ἅρμα καὶ τὰ τόξα κόπτεσθαι καὶ θρηνεῖν, ὡς ἀπολωλότος ἐκείνου. [21.2] συχνὸν οὖν ἐπισχὼν χρόνον Ἀλέξανδρος, καὶ ταῖς ἐκείνων τύχαις μᾶλλον ἢ ταῖς ἑαυτοῦ συμπαθὴς γενόμενος, πέμπει Λεοννάτον, ἀπαγγεῖλαι κελεύσας ὡς οὔτε Δαρεῖος τέθνηκεν οὔτ᾽ Ἀλέξανδρον δεδιέναι χρή· Δαρείῳ γὰρ ὑπὲρ ἡγεμονίας πολεμεῖν, ἐκείναις δὲ πάνθ᾽ ὑπάρξειν ὧν καὶ Δαρείου βασιλεύοντος ἠξιοῦντο. [21.3] τοῦ δὲ λόγου ταῖς γυναιξὶν ἡμέρου καὶ χρηστοῦ φανέντος, ἔτι μᾶλλον τὰ τῶν ἔργων ἀπήντα φιλάνθρωπα. [21.4] θάψαι γὰρ ὅσους ἐβούλοντο Περσῶν ἔδωκεν, ἐσθῆτι καὶ κόσμῳ χρησαμέναις ἐκ τῶν λαφύρων, θεραπείας τε καὶ τιμῆς ἣν εἶχον οὐδ᾽ ὁτιοῦν ἀφεῖλε, συντάξεις δὲ καὶ μείζονας ἐκαρποῦντο τῶν προτέρων. [21.5] ἡ δὲ καλλίστη καὶ βασιλικωτάτη χάρις ἦν παρ᾽ αὐτοῦ γυναιξὶ γενναίαις καὶ σώφροσι γενομέναις αἰχμαλώτοις μήτ᾽ ἀκοῦσαι τι μήθ᾽ ὑπονοῆσαι μήτε προσδοκῆσαι τῶν αἰσχρῶν, ἀλλ᾽ ὥσπερ οὐκ ἐν στρατοπέδῳ πολεμίων, ἀλλ᾽ ἐν ἱεροῖς καὶ ἁγίοις φυλαττομένας παρθενῶσιν, ἀπόρρητον ἔχειν καὶ ἀόρατον ἑτέροις δίαιταν. [21.6] καίτοι λέγεταί γε τὴν Δαρείου γυναῖκα πολὺ πασῶν τῶν βασιλίδων εὐπρεπεστάτην γενέσθαι, καθάπερ καὶ αὐτὸς Δαρεῖος ἀνδρῶν κάλλιστος καὶ μέγιστος, τὰς δὲ παῖδας ἐοικέναι τοῖς γονεῦσιν. [21.7] ἀλλ᾽ Ἀλέξανδρος ὡς ἔοικε τοῦ νικᾶν τοὺς πολεμίους τὸ κρατεῖν ἑαυτοῦ βασιλικώτερον ἡγούμενος, οὔτε τούτων ἔθιγεν, οὔτ᾽ ἄλλην ἔγνω γυναῖκα πρὸ γάμου πλὴν Βαρσίνης. [21.8] αὕτη δὲ μετὰ τὴν Μέμνονος τελευτὴν χήρα γενομένη, περὶ Δαμασκὸν ἐλήφθη. [21.9] πεπαιδευμένη δὲ παιδείαν Ἑλληνικήν, ‹καὶ τὸ κάλλος› καὶ τὸν τρόπον ἐπιεικὴς οὖσα, καὶ πατρὸς Ἀρταβάζου γεγονότος ἐκ βασιλέως θυγατρός, ἐγνώσθη, Παρμενίωνος προτρεψαμένου τὸν Ἀλέξανδρον, ὥς φησιν Ἀριστόβουλος, καλῆς καὶ γενναίας [καὶ τὸ κάλλος] ἅψασθαι γυναικός. [21.10] τὰς δ᾽ ἄλλας αἰχμαλώτους ὁρῶν ὁ Ἀλέξανδρος κάλλει καὶ μεγέθει διαφερούσας, ἔλεγε παίζων ὡς εἰσὶν ἀλγηδόνες ὀμμάτων αἱ Περσίδες. [21.11] ἀντεπιδεικνύμενος δὲ πρὸς τὴν ἰδέαν τὴν ἐκείνων τὸ τῆς ἰδίας ἐγκρατείας καὶ σωφροσύνης κάλλος, ὥσπερ ἀψύχους εἰκόνας ἀγαλμάτων παρέπεμπεν.


[20.1] Στον στρατό του Δαρείου ήταν κάποιος εξόριστος Μακεδόνας, ο Αμύντας, που γνώριζε την ιδιοσυγκρασία του Αλέξανδρου. [20.2] Αυτός, όταν είδε ότι ο Δαρείος ήταν αποφασισμένος να βαδίσει εναντίον του Αλέξανδρου μέσα από τα στενά, τον παρακαλούσε να μείνει στις θέσεις του και να δώσει αποφασιστική μάχη σε πεδιάδες πλατιές και ανοιχτές με την πολυπληθή δύναμή του εναντίον μικρότερου αριθμού εχθρών. [20.3] Όταν ο Δαρείος τού απάντησε πως φοβόταν μήπως του ξεφύγουν οι εχθροί και γλιτώσει ο Αλέξανδρος, του είπε: «Γι᾽ αυτό τουλάχιστον, βασιλιά, μην ανησυχείς, γιατί θα βαδίσει εκείνος εναντίον σου και αυτή τη στιγμή ίσως βαδίζει». [20.4] Ο Αμύντας δεν τον έπειθε με αυτά που έλεγε· έτσι ο Δαρείος ξεκίνησε και προχωρούσε μέσα στο έδαφος της Κιλικίας· συγχρόνως όμως και ο Αλέξανδρος προχωρούσε στη Συρία εναντίον του. [20.5] Κατά τη νύχτα αυτή δεν συνάντησαν ο ένας τον άλλον και γύρισαν πίσω, ο Αλέξανδρος ευχαριστημένος με την ευνοϊκή γι᾽ αυτόν σύμπτωση και σπεύδοντας να τον συναντήσει στα στενά, ο Δαρείος να φτάσει στις προηγούμενες θέσεις του στρατοπέδου, να πάρει από εκεί τη δύναμη και να τη βγάλει από τα στενά. [20.6] Γιατί ήδη είχε αντιληφθεί ότι είχε προχωρήσει, αντίθετα προς το συμφέρον του, σε μέρη ακατάλληλα για το ιππικό του λόγω της θάλασσας, των βουνών και του Πινάρου ποταμού, που κυλάει ανάμεσά τους, περιοχές που είναι χωρισμένες σε πολλά σημεία και είναι κατάλληλες για εχθρούς που είναι ολιγάριθμοι. [20.7] Η τύχη πρόσφερε στον Αλέξανδρο τον κατάλληλο τόπο· καλύτερα όμως από την προσφορά της τύχης, όσον αφορά στη νίκη, συνετέλεσε η στρατηγική του ικανότητα, [20.8] γιατί, αν και υστερούσε σε σχέση με τους βαρβάρους τόσο πολύ ως προς την αριθμητική δύναμη, δεν έδωσε σε εκείνους τη δυνατότητα να τον κυκλώσουν· απεναντίας, ο ίδιος με το δεξιό άκρο της παράταξής του, υπερφαλαγγίζοντας το αριστερό του εχθρού και ευρισκόμενος στα πλάγια, έτρεψε σε φυγή τους απέναντί του βαρβάρους μαχόμενος μεταξύ των πρώτων, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί στον μηρό από τον Δαρείο, όπως λέει ο Χάρης — γιατί είχαν συγκρουστεί μεταξύ τους. [20.9] Ο Αλέξανδρος όμως, γράφοντας στον Αντίπατρο για τη μάχη, δεν είχε πει ποιος ήταν αυτός που τον τραυμάτισε· απλώς είχε γράψει ότι χτυπήθηκε στον μηρό με σπαθί, αλλά από το τραύμα δεν προέκυψε τίποτε το σοβαρό. [20.10] Παρόλο όμως που πέτυχε νίκη λαμπρή και κατατρόπωσε εκατόν δέκα χιλιάδες εχθρούς, δεν συνέλαβε τον Δαρείο, γιατί είχε προλάβει να απομακρυνθεί τέσσερα ή πέντε στάδια, πήρε όμως το άρμα και το τόξο του και επέστρεψε. [20.11] Βρήκε τους Μακεδόνες να λεηλατούν τον πλούτο του βαρβαρικού στρατοπέδου, που ήταν υπερβολικά πολύς, μόλο που είχαν πάρει μέρος στη μάχη όντας ελαφρά οπλισμένοι και είχαν αφήσει τις περισσότερες αποσκευές τους στη Δαμασκό. Τη σκηνή όμως του Δαρείου την είχαν εξαιρέσει για εκείνον, καθώς ήταν γεμάτη με λαμπρούς υπηρέτες, έπιπλα και πολλούς θησαυρούς. [20.12] Έβγαλε αμέσως την πολεμική στολή και, κατευθυνόμενος προς το λουτρό, είπε: «Ας πάμε στο λουτρό του Δαρείου για να ξεπλύνουμε τον ιδρώτα από τη μάχη». Τότε κάποιος από τους φίλους του είπε: «μα τον Δία, στο λουτρό του Αλέξανδρου· γιατί τα πράγματα των ηττημένων πρέπει να ανήκουν στον νικητή και να ονομάζονται του νικητή». [20.13] Είδε λεκάνες και υδρίες και λουτήρες και μυροδοχεία, όλα από χρυσό και καλοδουλεμένα, και τον χώρο να μυρίζει θεσπέσια από αρώματα και μύρα· στη συνέχεια μπήκε στη σκηνή, που άξιζε να τη θαυμάσει κανείς τόσο για το ύψος όσο και το μέγεθός της αλλά και για τα στρώματα και τα τραπέζια και όσα κοσμούσαν το δείπνο· τότε κοίταξε τους φίλους του και είπε: «αυτό ήταν, καθώς φαίνεται, το να είσαι βασιλιάς».
[21.1] Την ώρα που ο Αλέξανδρος πήγαινε για το δείπνο, του είπε κάποιος ότι μεταξύ των αιχμαλώτων ήταν η μητέρα, η γυναίκα και δυο ανύπαντρες κόρες του Δαρείου, που, όταν είδαν το άρμα και τα τόξα, χτυπούσαν το στήθος και θρηνούσαν, με την ιδέα ότι εκείνος είχε σκοτωθεί. [21.2] Ο Αλέξανδρος λοιπόν, μένοντας σιωπηλός για αρκετή ώρα, λυπημένος πιο πολύ για την τύχη εκείνων παρά χαρούμενος για τη δική του, έστειλε τον Λεοννάτο με τη διαταγή να τους αναγγείλει ότι ούτε ο Δαρείος έχει σκοτωθεί ούτε αυτές πρέπει να φοβούνται τον Αλέξανδρο, γιατί αυτός πολεμά εναντίον του Δαρείου για την ηγεμονία, ενώ εκείνες θα έχουν τα πάντα για τα οποία θεωρούνταν άξιες όσο ήταν βασιλιάς ο Δαρείος. [21.3] Τα λόγια αυτά του Αλέξανδρου φάνηκαν στις γυναίκες ευγενικά και καλά· αλλά ακόμη περισσότερο οι φιλάνθρωπες πράξεις του. [21.4] Γιατί επέτρεψε σ᾽ αυτές να θάψουν όσους Πέρσες ήθελαν, κάνοντας χρήση ενδυμάτων και κτερισμάτων από τα λάφυρα· από τις ίδιες δεν αφαίρεσε το παραμικρό από τις περιποιήσεις και τις τιμές που είχαν, έπαιρναν μάλιστα πιο μεγάλες επιχορηγήσεις από όσες προηγουμένως. [21.5] Η πιο ωραία όμως και πιο βασιλική χάρη εκ μέρους του σε γυναίκες από ευγενική γενιά και συνετές, που υπήρξαν αιχμάλωτες, ήταν το ότι δεν άκουσαν ούτε υποπτεύτηκαν ούτε περίμεναν να τους συμβεί κάτι αισχρό· αντίθετα, τις φύλαγαν σε ιερούς και αγιασμένους χώρους για παρθένες, σαν να μη βρίσκονταν σε εχθρικό στρατόπεδο, και ζούσαν κρυφά και μακριά από τα βλέμματα των άλλων. [21.6] Λένε ότι η γυναίκα του Δαρείου ήταν η πιο όμορφη από όλες τις βασίλισσες, όπως, άλλωστε, και ο ίδιος ο Δαρείος ο πιο όμορφος και ο πιο ψηλός από τους άνδρες, τα δε κορίτσια είχαν μοιάσει στους γονείς τους. [21.7] Αλλά ο Αλέξανδρος, θεωρώντας, όπως φαίνεται, βασιλικότερο το να αυτοκυριαρχείται από το να νικά τους εχθρούς, ούτε αυτές άγγιξε ούτε γνώρισε άλλη γυναίκα πριν από τον γάμο του εκτός από τη Βαρσίνη. [21.8] Αυτή είχε μείνει χήρα μετά τον θάνατο του Μέμνονα και είχε συλληφθεί στα περίχωρα της Δαμασκού. [21.9] Μαθεύτηκε γι᾽ αυτήν ότι είχε λάβει ελληνική παιδεία και ήταν σπουδαία για την ομορφιά και τον χαρακτήρα της, από πατέρα τον Αρτάβαζο, γιο θυγατέρας του βασιλιά. Σύμφωνα με τον Αριστόβουλο, εκείνος που προέτρεψε τον Αλέξανδρο να γνωρίσει αυτή την ωραία και από ευγενική καταγωγή γυναίκα ήταν ο Παρμενίων. [21.10] Βλέποντας ο Αλέξανδρος ότι οι αιχμάλωτες ήταν όλες γενικά εκπληκτικά όμορφες και υψηλόκορμες, έλεγε αστειευόμενος ότι οι Περσίδες είναι βάσανο για τα μάτια. [21.11] Αντιμετωπίζοντας όμως την ωραία μορφή εκείνων με την ομορφιά της δικής του αυτοκυριαρχίας και της σωφροσύνης, τις απομάκρυνε σαν άψυχες μορφές αγαλμάτων.