[5.74.1] Ο Κλεομένης τώρα, νιώθοντας ότι καταξευτελίστηκε με λόγια και έργα από τους Αθηναίους, συγκέντρωνε στρατό απ᾽ όλη την Πελοπόννησο, δεν τους έλεγε όμως για ποιό λόγο τον συγκέντρωνε, επιθυμώντας να πάρει εκδίκηση από τον αθηναϊκό λαό και θέλοντας να επιβάλει τύραννο τον Ισαγόρα· γιατί κι αυτός βγήκε μαζί του απ᾽ την πολιορκημένη Ακρόπολη. [5.74.2] Λοιπόν, ο Κλεομένης με μεγάλο εκστρατευτικό σώμα έκανε εισβολή στην Ελευσίνα, κι οι Βοιωτοί, ύστερ᾽ από συνεννόηση, κυριεύουν την Οινόη και τις Υσιές, ακριτικούς δήμους της Αττικής, κι απ᾽ την άλλη πλευρά οι Χαλκιδείς έκαναν επιδρομές και ρήμαζαν τη γη της Αττικής. Κι οι Αθηναίοι, αν και δέχονταν χτυπήματα κι από τις δυο μεριές, άφησαν γι᾽ αργότερα να λογαριαστούν με τους Βοιωτούς και τους Χαλκιδείς, και πήγαν κι αντιπαρατάχτηκαν στους Πελοποννησίους που βρίσκονταν στην Ελευσίνα. [5.75.1] Κι ήταν πια η ώρα ν᾽ αρχίσει η μάχη ανάμεσα στους δυο στρατούς, όταν πρώτοι οι Κορίνθιοι το καλοσκέφτηκαν μεταξύ τους πως κάνουν μια άδικη πράξη κι αλλάζοντας απόφαση σηκώθηκαν κι έφυγαν, και κατόπι κι ο Δημάρατος, ο γιος του Αρίστωνα, που ήταν κι αυτός βασιλιάς των Σπαρτιατών, αν και ήταν συναρχηγός του στρατού που βγήκε από τη Λακωνία και δε διαφωνούσε τον προηγούμενο καιρό με τον Κλεομένη. [5.75.2] Κι αυτή η διάσταση στάθηκε αιτία να θεσπιστεί νόμος στη Σπάρτη ότι απαγορεύεται να συνοδεύουν, μαζί κι οι δυο, οι βασιλιάδες το εκστρατευτικό σώμα που βγαίνει απ᾽ τα σύνορα της χώρας (γιατί ώς τότε και οι δυο το συνόδευαν), και με την απαλλαγή του ενός από τους δυο να μένει στην πόλη ο ένας τους, κι ο ένας από τους δυο Διοσκούρους· γιατί στο παρελθόν κι ετούτοι και οι δυο συνόδευαν το στρατό, προστάτες του. [5.75.3] Τότε λοιπόν στην Ελευσίνα οι υπόλοιποι σύμμαχοι, βλέποντας και τους βασιλιάδες των Λακεδαιμονίων να διαφωνούν μεταξύ τους και τους Κορινθίους να εγκαταλείπουν την παράταξη, γρήγορα γρήγορα σηκώθηκαν κι έφυγαν κι αυτοί. [5.76.1] Κι αυτή ήταν η τέταρτη εκστρατεία των Δωριέων στην Αττική, καθώς δυο φορές έκαναν εισβολή για να την πολεμήσουν και δυο φορές για το καλό του λαού της Αθήνας· η πρώτη εκστρατεία, όταν έχτισαν αποικία τα Μέγαρα (δε θα πέφταμε έξω αν λέγαμε πως αυτή η εκστρατεία έγινε όταν βασιλιάς των Αθηναίων ήταν ο Κόδρος), η δεύτερη και η τρίτη, όταν ήρθαν ξεκινώντας από τη Σπάρτη για ν᾽ αποδιώξουν τους Πεισιστρατίδες, κι η τέταρτη τότε, όταν έκανε εισβολή ο Κλεομένης επικεφαλής των Πελοποννησίων· έτσι ήταν η τέταρτη φορά τότε που οι Δωριείς έκαναν εισβολή στην Αθήνα. [5.77.1] Λοιπόν, αυτό το εκστρατευτικό σώμα διαλύθηκε άδοξα και τότε οι Αθηναίοι, θέλοντας να πάρουν εκδίκηση, εκστρατεύουν πρώτα εναντίον των Χαλκιδέων. Οι Βοιωτοί έσπευσαν σε βοήθεια των Χαλκιδέων στον Εύριπο. Βλέποντάς τους οι Αθηναίοι να σπεύδουν βοηθοί, αποφάσισαν να βαδίσουν πρώτα εναντίον των Βοιωτών κι όχι εναντίον των Χαλκιδέων. [5.77.2] Ήρθαν λοιπόν στα χέρια με τους Βοιωτούς οι Αθηναίοι και πήραν μεγάλη νίκη, σκότωσαν πάρα πολλούς κι έπιασαν ζωντανούς εφτακόσιους απ᾽ αυτούς. Και την ίδια ετούτη μέρα πέρασαν οι Αθηναίοι στην Εύβοια και συγκρούστηκαν και με τους Χαλκιδείς· τους νίκησαν κι αυτούς κι άφησαν στη χώρα τους τέσσερες χιλιάδες δικούς τους, κληρούχους, στα κτήματα των ιπποβοτών· ιπποβότες είναι το όνομα των ευκατάστατων Χαλκιδέων. [5.77.3] Κι όσους κι απ᾽ αυτούς έπιασαν ζωντανούς, τους είχαν φυλακισμένους μαζί με τους Βοιωτούς που πιάστηκαν ζωντανοί, δεμένους με αλυσίδες· κι αργότερα τους άφησαν ελεύθερους, αφού όρισαν λύτρα δυο μνες για τον καθένα. Και τις αλυσίδες με τις οποίες ήταν δεμένοι τις κρέμασαν ψηλά στην Ακρόπολη, αυτές που ακόμα και στον καιρό μου ήταν στη θέση τους — κρέμονταν στα τείχη που πέρα πέρα ήταν μαυρισμένα απ᾽ τη φωτιά που έβαλαν οι Μήδοι, απέναντι από τον σηκό του ναού που είναι στραμμένος προς τη δύση. [5.77.4] Και το ένα δέκατο των λύτρων το αφιέρωσαν στην Αθηνά, κατασκευάζοντας ένα χάλκινο τέθριππο· είναι το πρώτο μνημείο που αντικρίζεις μπαίνοντας στα προπύλαια της Ακρόπολης, στο αριστερό σου χέρι· κι έχει χαραγμένο το εξής επίγραμμα: Των Αθηναίων οι βλαστοί στις μάχες του πολέμου Βοιωτούς και Χαλκιδιώτες τους δάμασαν και μ᾽ άλυσες μαύρες και σιδερένιες την έπαρσή τους σβήσαν. Τ᾽ άλογ᾽ αυτά, της λείας τους δεκάτη, αφιερώσαν στην Αθηνά Παλλάδα. [5.78.1] Λοιπόν η δύναμη της Αθήνας είχε μεγαλώσει, και γίνεται φανερό πως όχι μόνο σ᾽ έναν τομέα, αλλά παντού η δημοκρατία είναι σπουδαίο πράμα, αφού οι Αθηναίοι, όσο καιρό κυβερνιούνταν από τυράννους, δεν ήταν ανώτεροι πολεμιστές από κανένα γειτονικό τους λαό, όταν όμως λυτρώθηκαν από τους τυράννους, έγιναν πρώτοι, και με μεγάλη διαφορά· κι απ᾽ αυτό γίνεται φανερό πως, όσο ήταν καταπιεσμένοι, δεν ήθελαν να δείξουν την παλικαριά τους, γιατί θα εξυπηρετούσαν το δυνάστη τους, όταν όμως λυτρώθηκαν, ο καθένας τους για δικό του καλό έβαζε τα δυνατά του για τη νίκη. [5.79.1] Ετούτοι λοιπόν αυτά έκαναν, ενώ οι Θηβαίοι ύστερ᾽ απ᾽ αυτά έστειλαν ανθρώπους τους στο θεό θέλοντας να πάρουν εκδίκηση από τους Αθηναίους. Και η Πυθία τούς είπε πως δε θα μπορέσουν να πάρουν εκδίκηση με τις δικές τους δυνάμεις, αλλά τους πρόσταζε να βγάλουν τον χρησμό «στην πολύβουη σύναξη» κι «από τους πρώτους γείτονες βοήθεια να ζητήσουν». [5.79.2] Λοιπόν η αποστολή για το μαντείο γύρισε κι ανακοίνωσαν τον χρησμό σε σύναξη του λαού που συγκάλεσαν· κι όταν ο λαός πληροφορήθηκε απ᾽ τα λόγια τους πως πρέπει να ζητήσουν βοήθεια «από τους πρώτους γείτονες», είπαν οι Θηβαίοι ακούοντάς τους: «Λοιπόν, οι Ταναγραίοι και οι Κορωναίοι και οι Θεσπιείς, αυτοί δεν είναι που ζουν δίπλα μας, πιο κοντά από κάθε άλλον; ε, αυτοί πάντοτε πολεμούν μ᾽ όλη τους την καρδιά στο πλευρό μας και σηκώνουν το βάρος του πολέμου μαζί μας ώς το τέλος. Άρα, προς τί να ζητήσουμε τη βοήθειά τους; Κάτι όμως μας λέει πως ο χρησμός θέλει να πει κάτι άλλο». [5.80.1] Την ώρα που το συζητούσαν, σε κάποιον ήρθε μια ιδέα και την είπε: «Πιστεύω πως κατάλαβα τί θέλει να μας πει ο χρησμός. Η παράδοση λέει πως ο Ασωπός απόχτησε θυγατέρες τη Θήβα και την Αίγινα· και μιας κι αυτές είναι αδερφές, νομίζω πως ο χρησμός του θεού λέει να παρακαλέσουμε τους Αιγινήτες να γίνουν τιμωροί των εχθρών μας». [5.80.2] Και —είδαν βέβαια πως καμιά άλλη γνώμη δε φαινόταν καλύτερη απ᾽ αυτή— αμέσως έστειλαν ανθρώπους τους και παρακαλούσαν τους Αιγινήτες, καλώντας τους να τους βοηθήσουν σύμφωνα με τον χρησμό, μια και ήταν στενοί συγγενείς· κι αυτοί αποκρίθηκαν στην παράκληση των Θηβαίων ότι τους στέλνουν συμμάχους τους Αιακίδες. [5.81.1] Οι Θηβαίοι στηρίχτηκαν στη συμμαχία των Αιακιδών και πήγαν ν᾽ αναμετρηθούν, αλλά δέχτηκαν άγριο χτύπημα από τους Αθηναίους· τότε οι Θηβαίοι γι᾽ άλλη μια φορά έστειλαν απεσταλμένους στους Αιγινήτες και τους έδωσαν πίσω τους Αιακίδες, ζητούσαν όμως στρατιώτες. [5.81.2] Κι αυτοί —τους ξεσήκωσε το μυαλό η μεγάλη τους ευημερία και τους δυνάστευε η ανάμνηση της παλιάς έχθρας προς τους Αθηναίους—, όταν τότε οι Θηβαίοι τους παρακάλεσαν, χωρίς να στείλουν κήρυκα ξεκίνησαν πόλεμο εναντίον των Αθηναίων. [5.81.3] Γιατί, ενώ ετούτοι έδιναν μάχη με τους Βοιωτούς, οι Αιγινήτες έκαναν επιδρομή στην Αττική με πολεμικά καράβια και διαγούμισαν το Φάληρο, διαγούμισαν πολλούς δήμους της υπόλοιπης παραλίας, και μ᾽ αυτές τους τις ενέργειες προκάλεσαν μεγάλες ζημιές στους Αθηναίους. |