Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Γλωσσική αλλαγή: Η ιστορική εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας 

Γιώργος Παπαναστασίου (2007) 

Η κατανόηση και μελέτη των μηχανισμών της γλωσσικής αλλαγής συνδέεται με τη θεμελίωση και ανάπτυξη της επιστήμης της ινδοευρωπαϊκής γλωσσολογίας και αποτελεί μία από τις βασικές επιστημονικές κατακτήσεις του 19ου αιώνα στον τομέα των ανθρωπιστικών σπουδών. H ανακάλυψη και μελέτη νέων δεδομένων από διάφορες γλωσσικές οικογένειες κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα συντέλεσε στην περαιτέρω ανάπτυξη του προβληματισμού για το συγκεκριμένο θέμα, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουμε κατανοήσει σε μεγάλο βαθμό τους μηχανισμούς της γλωσσικής αλλαγής, αν και δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι γνωρίζουμε τις βαθύτερες αιτίες του φαινομένου (πρβ. McMahon 2005, 77-79).

Η γλωσσική αλλαγή αφορά το σύνολο των επιπέδων της γλωσσικής ανάλυσης (φωνητικό-φωνολογικό, μορφολογικό, συντακτικό, λεξιλογικό, σημασιολογικό κλπ.). Οι αλλαγές στο καθένα από αυτά επηρεάζουν όλα τα υπόλοιπα. Είναι συνεχείς και αδιάλειπτες, αλλά σχεδόν ανεπαίσθητες από γενιά σε γενιά, ούτως ώστε να μην εμποδίζουν την επικοινωνία και την αλληλοκατανόηση μεταξύ ατόμων από διαφορετικές γενιές. H γλωσσική αλλαγή συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το φαινόμενο που ονομάζουμε γλωσσική επαφή: γλωσσικές αλλαγές πυροδοτούνται από τις επαφές των ομιλητών μιας γλώσσας με ομιλητές μιας άλλης (McMahon 2005, 285-320· βλ. και Thomason 2001).

Στο φωνητικό-φωνολογικό επίπεδο (McMahon ό.π., 37-108) βασικός μηχανισμός γλωσσικής αλλαγής είναι ο φωνητικός νόμος. O φωνητικός νόμος περιγράφει μια αλλαγή που αφορά συγκεκριμένο φθόγγο (ή σειρά φθόγγων) μιας γλώσσας υπό συγκεκριμένες συνθήκες, σε συγκεκριμένο τόπο και σε επίσης συγκεκριμένο χρόνο· π.χ. το [d] της αρχαίας ελληνικής (που παριστάνεται με το γράφημα Δ) τράπηκε σε [δ] κατά την ελληνιστική εποχή, σε όλες τις θέσεις εκτός από την περίπτωση που προηγούνταν ένρινος φθόγγος, και αυτό συνέβη στο σύνολο της ελληνόφωνης περιοχής, π.χ. δένδρον [déndron] > [δéndron]. Άλλοι τρόποι φωνητικής αλλαγής είναι: η αφομοίωση, π.χ. αρχ. ελλ. ὀβελός > ὀβολός ([o-e] > [o-o])· η ανομοίωση, π.χ. γρήγορος > (ιδιωματική προφορά) γλήγορος ([r-r] > [l-r])· η ανάπτυξη, π.χ. αέρας > αγέρας· η αποβολή, π.χ. αρχ. ελλ. φρατρία > φατρία· η μετάθεση, π.χ. φαλακρός > καραφλός· η απλολογία, π.χ. αποστρατιωτικοποίηση > αποστρατικοποίηση.

Στο μορφολογικό και στο συντακτικό επίπεδο (McMahon ό.π., 109-158, 159-231) η γλωσσική αλλαγή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα: την εμφάνιση μιας γραμματικής κατηγορίας (π.χ. του άρθρου στην αρχαία ελληνική), την εξαφάνιση μιας γραμματικής κατηγορίας (π.χ. του δυϊκού αριθμού κατά την ελληνιστική εποχή), την αναδιάρθρωση ενός κλιτικού συστήματος (π.χ. με την ένταξη των αθέματων ουσιαστικών της αρχαίας ελληνικής στη θεματική κλίση), την επιλογή και παγίωση ενός συγκεκριμένου συντακτικού σχήματος (π.χ. της σειράς Yποκείμενο - Pήμα - Aντικείμενο στην αγγλική) κλπ. Στην αναδιάρθρωση των κλιτικών συστημάτων σημαντικό ρόλο παίζει η αναλογία, δηλαδή η δημιουργία νέων τύπων με βάση άλλους που προϋπάρχουν. Η δράση της είναι όμως πολύ ευρύτερη και αφορά τόσο το μορφολογικό όσο και το φωνητικό-φωνολογικό επίπεδο.

Tο λεξιλόγιο (ΜcMahon ό.π., 271-283) είναι επίσης ένας τομέας όπου οι αλλαγές είναι ιδιαίτερα συχνές. Η χαρακτηριστικότερη περίπτωση αφορά την εξαφάνιση παλαιών λέξεων ή την εμφάνιση νέων - και η εμφάνιση αυτή μπορεί να γίνει είτε με τη δημιουργία λέξεων από στοιχεία που υπάρχουν ήδη στη γλώσσα είτε με τον δανεισμό, τη χρήση δηλαδή και την ενσωμάτωση νέων λέξεων από άλλα γλωσσικά συστήματα· π.χ. στην αρχαία ελληνική η λέξη φράτηρ αντικαταστάθηκε από μια νέα δημιουργία, τη λέξη ἀδελφός·νεοελληνικές λέξεις όπως διαδίκτυο, κλωνοποίηση, κομπιούτερ, ραδιοαστρονομία είναι πρόσφατα δάνεια, και αυτό έχει σχέση με το ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις στις οποίες αναφέρονται είναι καινούργιες. Στο σημασιολογικό επίπεδο οι αλλαγές είναι επίσης συχνές (McMahon ό.π., 250-271). Ειδική αναφορά μπορεί να γίνει σε περιπτώσεις που αφορούν «άπλωμα» ή «στένεμα» της σημασίας: άπλωμα της σημασίας έχουμε π.χ. στο αρχ. κάμνω 'κουράζομαι' που εξελίχθηκε (στον νεοελληνικό τύπο κάνω) σε 'πράττω, κατασκευάζω, κλπ.'· στένεμα έχουμε στη λέξη πετεινός: στην αρχαία ελληνική σήμαινε 'πτηνό', στη νέα ελληνική εξειδικεύθηκε στη σημασία 'κόκορας'.

Προϋπόθεση για κάθε είδους γλωσσική αλλαγή είναι η γλωσσική ποικιλία (McMahon ό.π., 321-357), η συνύπαρξη δηλαδή των νέων γλωσσικών τύπων που δημιουργούνται με τους παλαιότερους που τείνουν να αντικατασταθούν. Γλωσσική ποικιλία υπάρχει σε κάθε γλώσσα, και βέβαια στη νέα ελληνική. Για παράδειγμα, η συνύπαρξη των τύπων του γ΄ πληθ. προσώπου του παρατατικού των βαρύτονων ρημάτων έτρεχαν, τρέχαν και τρέχανε (και των αντίστοιχων του αορίστου έτρεξαν, τρέξαν και τρέξανε) δείχνει πιθανόν τον δρόμο που θα ακολουθήσει η εξέλιξη του κλιτικού συστήματος του παρατατικού (και του αορίστου) στα επόμενα χρόνια. Οι νέοι τύποι τρέχαν και τρέχανε (και τρέξαν και τρέξανε) έχουν πολλές πιθανότητες να επικρατήσουν έναντι του παλαιότερου έτρεχαν (και έτρεξαν), επειδή δημιουργούν ένα ομαλότερο κλιτικό παράδειγμα - αυτός ήταν εξάλλου ο λόγος για τον οποίο εμφανίστηκαν.

Η ελληνική γλώσσα, επειδή ακριβώς λόγω ιστορικών συγκυριών μάς μαρτυρείται σχεδόν αδιάσπαστα από τον 14ο αιώνα π.X. μέχρι σήμερα (με ένα κενό από τον 12ο ως τον 8ο αιώνα π.X.), προσφέρει ένα ιδανικό πεδίο για τη μελέτη της γλωσσικής αλλαγής γενικότερα. Από τη μελέτη αυτή δεν μπορεί να εξαιρεθεί η προϊστορία, τα στάδια δηλαδή που προηγούνται των ιστορικών μαρτυριών και τα οποία αποκαθίστανται με τις μεθόδους της συγκριτικής ινδοευρωπαϊκής γλωσσολογίας. Για την καλύτερη παρουσίαση του υλικού θα αναφερθούμε στη γλωσσική αλλαγή με βάση τις ακόλουθες περιόδους της ιστορίας της ελληνικής: 1) προϊστορική· 2) εποχή των αρχαίων διαλέκτων· 3) ελληνιστική κοινή· 4) μεσαιωνική και νέα ελληνική με τις διαλέκτους τους.

Α. Προϊστορική περίοδος της ελληνικής

Προϊστορική περίοδος της ελληνικής είναι η εποχή κατά την οποία διαμορφώνεται η πρωτοελληνική, η αμάρτυρη δηλαδή κοινή γλώσσα που θεωρούμε ότι έδωσε τις μαρτυρημένες αρχαίες διάλεκτοι της ιστορικής εποχής. Καλύπτει χρονικά την περίοδο από το 4000 π.X. περίπου (αν χρονολογήσουμε τότε τη διάσπαση της πρωτοϊνδοευρωπαϊκής [ΠIE]) έως το 2000 π.X. (οπότε περίπου χρονολογούμε τη διάσπαση της πρωτοελληνικής). Οι βασικές αλλαγές που είχαν ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση της πρωτοελληνικής είναι οι ακόλουθες (βλ. Clackson 2001):

1) στο φωνητικό-φωνολογικό επίπεδο:

  • α) τροπή των ΠIE ηχηρών δασέων *bh, *dh, *gh, *gwh στα αντίστοιχα άηχα *ph, *th, *kh, *kwh, π.χ. *nebhos > νέφος [nephos] (πρβ. σανσκρ. nabhas)·
  • β) τροπή του ΠIE *s σε [h] σε αρκτική θέση πριν από φωνήεν και σε μεσοφωνηεντική θέση, π.χ. *septm̥ > ἑπτά [hepta] (πρβ. λατ. septem)·
  • γ) αποβολή των κλειστών συμφώνων στο τέλος λέξης, π.χ. *kwid > τί (πρβ. λατ. quid)·
  • δ) τροπή του ΠIE ληκτικού *-m σε -n, π.χ. * i̯ugom > ζυγόν (πρβ. λατ. iugum)·
  • ε) τροπή των ΠIE λαρυγγικών *h1, *h2, *h3 σε ε, α, ο αντίστοιχα, όταν βρίσκονται ανάμεσα σε δύο σύμφωνα, π.χ. *ph2tēr > πατήρ (πρβ. λατ. pater, σανσκρ. pitā· η παραδοσιακή άποψη είναι ότι ένα ΠIE φώνημα *ǝ εξελίχθηκε στην ελληνική σε ε, α ή ο). Υπό την επίδραση των λαρυγγικών ολοκληρώνεται η διαμόρφωση του συστήματος των πέντε μακρών φωνηέντων, η οποία είχε αρχίσει από την ύστερη ινδοευρωπαϊκή·
  • στ) ανάπτυξη του τονικού νόμου της τρισυλλαβίας, σύμφωνα με τον οποίο ο τονισμός επιτρέπεται μόνο στις τρεις τελευταίες συλλαβές (και πάλι με περιορισμούς, όταν η λήγουσα είναι μακρά), π.χ. ΠIE *bhéromenos > φερόμενος (πρβ. σανσκρ. bháramanas)·
  • ζ) η τροπή των ΠIE συλλαβικών ενήχων * r̥, * l̥, * m̥, * n ̥σε αρ ή ρα, αλ ή λα, α ή αμ, α ή αν, π.χ. ΠIE *pl̥th2us > πλατύς, ΠIE *kr̥d- > κραδίη / καρδία, συνεχίζεται και στην επόμενη περίοδο, εφόσον ως προς τις συγκεκριμένες εξελίξεις εμφανίζεται ενδοδιαλεκτική διαφοροποίηση (Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι).

2) στο μορφολογικό και συντακτικό επίπεδο:

  • α) η διάκριση μορφολογικών κατηγοριών (π.χ. στην κλίση των ονομάτων) βασίζεται όλο και λιγότερο στη διάκριση μεταπτωτικών βαθμίδων, οι οποίες στην ΠIE συνδέονταν άρρηκτα με μετακινήσεις στον τόνο (και αυτή η αλλαγή συνεχίζεται κατά την επόμενη περίοδο)·
  • β) οι οκτώ πτώσεις της ΠIE πρέπει να είχαν περιοριστεί σε έξι κατά την πρωτοελληνική, δηλαδή στις πέντε γνωστές από την κλασική αττική διάλεκτο και στην οργανική, η οποία φαίνεται να διατηρείται στη μυκηναϊκή·
  • γ) η ονομ. πληθ. των ΠIE ουσιαστικών σε *-os και σε *-a λήγει σε -οι και -αι αντίστοιχα, έχοντας δεχθεί την επίδραση αντωνυμικών θεμάτων·
  • δ) η ΠIE κατάληξη της οργανικής πληθ. *-su έχει εξελιχθεί σε -σι (και είναι κατάληξη δοτικής)·
  • ε) αλλάζουν ορισμένες προσωπικές ρηματικές καταλήξεις, π.χ. το β΄ και γ΄ ενικό της θεματικής κλίσης έχει πλέον κατάληξη (φέρ)-ε-ις και (φέρ)-ε-ι αντί *-eh1i και *-e αντίστοιχα. Αρκετές αλλαγές έγιναν επίσης στην παραγωγική μορφολογία, π.χ. με την ανάπτυξη νέων παραγωγικών μορφημάτων όπως το -εύς, π.χ. χαλκεύς, μυκ. ka-ke-u.

Τέλος, τόσο σε αυτή όσο και στην επόμενη περίοδο, φαίνεται να αναπτύσσεται συνεχώς ένα σύστημα υποτακτικής σύνταξης, η αποκατάσταση του οποίου δεν είναι δεδομένη στην ΠIE.

3) στο λεξιλογικό επίπεδο

Στο λεξιλογικό επίπεδο μπορεί να γίνει διάκριση ανάμεσα στο λεξιλόγιο που κληρονομήθηκε από την ΠIE, σε σχηματισμούς της ελληνικής με βάση κληρονομημένα ή νέα παραγωγικά μορφήματα και στα δάνεια.S Σημαντικό τμήμα του ελληνικού λεξιλογίου είναι δανεισμένο από ινδοευρωπαϊκές ή μη γλώσσες με τις οποίες η ελληνική ήρθε από πολύ νωρίς σε επαφή. (H εποχή του δανεισμού συχνά δεν μπορεί να προσδιοριστεί, οπότε κάποια από τα παραδείγματα που θα δοθούν ίσως εισήλθαν στην ελληνική στην πρώιμη φάση της επόμενης περιόδου). Ήδη στη μυκηναϊκή απαντούν τα σημιτικά δάνεια ki-to (χιτών), ku-mi-no (κύμινον), sa-sa-ma (πρβ. δωρ. σάσαμον/ αττ. σήσαμον), ku-ru-so (χρυσός). Tο μυκ. su-qo-ta (πρβ. συβώτης 'βοσκός χοίρων') προϋποθέτει παλαιό δανεισμό της λέξης σῦς από ινδοευρωπαϊκή γλώσσα που διατηρεί το αρκτικό *s-, πρβ. τον κληρονομημένο τύπο ὗς. Ένα μεγάλο μέρος του αρχαίου ελληνικού λεξιλογίου πρέπει να είναι δάνειο από τις γλώσσες των κατοίκων που οι Έλληνες συνάντησαν στον ελλαδικό χώρο κατά την έλευσή τους· πρβ. μεταξύ άλλων μυκ. a-sa-mi-to = ἀσάμινθος, μυκ. da-pu-ri-to = λαβύρινθος κλπ. Αρκετές πρέπει να είναι και οι αλλαγές που συνέβησαν σε σημασιολογικό επίπεδο σε λέξεις κληρονομημένες από την ΠIE: το ΠIE *bhreh2ter 'αδελφός' > φράτηρ είχε από πολύ παλαιά εξειδικευθεί στη σημασία 'μέλος αδελφότητας', όπως φαίνεται από τη χρήση του ομηρ. ἀφρήτωρ 'αυτός που δεν ανήκει σε αδελφότητα'. Αξίζει να σημειωθεί όμως ότι ο λεξικογράφος Hσύχιος, τον 5ο αιώνα μ.X., μας παραδίδει τις «γλώσσες» φράτωρ· ἀδελφός και φρήτηρ· ἀδελφός.

B. H εποχή των αρχαίων διαλέκτων

H εποχή των αρχαίων διαλέκτων καλύπτει την περίοδο από τη διάσπαση της πρωτοελληνικής ως τη διαμόρφωση της ελληνιστικής κοινής. Οι μαρτυρίες καλύπτουν την περίοδο των δύο περίπου αιώνων κατά τους οποίους μαρτυρείται η μυκηναϊκή (14ος-12ος αιώνας π.X.) και την εποχή από τον 8ο έως τον 4ο αιώνα π.X., οπότε αρχίζει να διαμορφώνεται η κοινή. Οι αλλαγές που συνέβησαν σε αυτή την περίοδο είναι πολλές και προφανώς διαφέρουν από τόπο σε τόπο, εφόσον οδήγησαν σε διαλεκτική διάσπαση. Το βάρος θα δοθεί στις αλλαγές που συνέβησαν στην αττικοϊωνική διάλεκτο, η οποία είναι και ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην πρωτοελληνική και την ελληνιστική κοινή (πρβ. Allen 2000 και Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι):

1) στο φωνητικό-φωνολογικό επίπεδο.

Πρώιμες αλλαγές: εφαρμόζεται ο νόμος του Grassmann, σύμφωνα με τον οποίο από δύο μη διαδοχικά δασέα το πρώτο χάνει ανομοιωτικά τη δασύτητά του, π.χ. *φέφυκα [phéphuka] > πέφυκα [péphuka], και ο νόμος του Osthoff, σύμφωνα με τον οποίο ένα μακρό φωνήεν βραχύνεται πριν από την ακολουθία ένηχο + σύμφωνο, π.χ. *gwōus > βοῦς [bous]. Άλλες σημαντικές εξελίξεις:

  • α) τροπή των χειλοϋπερωικών σε υπερωικά, οδοντικά ή χειλικά ανάλογα με το περιβάλλον, η οποία ολοκληρώνεται πριν από τις πρώτες μαρτυρίες της αλφαβητικής ελληνικής, π.χ. *gwoukwolos > βουκόλος, *amphikwolos > ἀμφίπολος (ενδιάμεσο στάδιο μας παραδίδει η μυκηναϊκή, πρβ. τα αντίστοιχα qo-u-ko-ro = [gwoukolos] αλλά a-pi-qo-ro = [amphikwolos]), *penkwe > πέντε αλλά *penkwtos > πέμπτος (πρβ. όμως αιολ. πέμπε
  • β) τροπή [ti] > [si] στις ανατολικές διαλέκτους της ελληνικής, π.χ. [pheronti] (= δωρ. φέροντι) > αττ. *φέρονσι > φέρουσι·
  • γ) αποβολή του δασέος πνεύματος [h] σε μεσοφωνηεντική θέση, και από τον 6ο αιώνα π.X. και σε αρκτική θέση στις διαλέκτους της M. Aσίας, π.χ. ιων. ἰρός/ αττ. ἱερός·
  • δ) δημιουργία δύο νέων μακρών φωνηέντων [ẹ̄] και [ọ̄], ως αποτέλεσμα συναίρεσης ή αντέκτασης, π.χ. τρέες [trees] > τρεῖς [trẹ͎̄s], *φέρονσα [pheronsa] > φέρουσα [pherọ̄sa]· με αυτά θα συμπέσει τον 7ο-6ο αιώνα π.X. το αποτέλεσμα του μονοφθογγισμού των διφθόγγων ei και ou, π.χ. λείπω [leipǭ] > [lẹ͎̄pǭ], ἀκόλουθος [akolouthos] > [akolọ̄thos]· ειδικά το [ọ̄], κλείνει ακόμη περισσότερο σε [ū] (αττική: 5ος αιώνας π.X.)·
  • ε) τροπή του κληρονομημένου [ā] στο αττικοϊωνικό η [ę̄], π.χ. δωρ. μάτηρ [mātę̄r] / αττ. μήτηρ [mę̄tę̄r]· στ) τροπή των [u] και [ū] σε [y] και [ӯ] αντίστοιχα, με προσθίωση (αττική: 5ος αιώνας π.X.), π.χ. ὕδωρ [hudǭr] > [hydǭr]· κ.ά.

2) στο μορφολογικό επίπεδο

Στο μορφολογικό επίπεδο κάθε διάλεκτος αναπτύσσει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, από τα οποία μπορούν να αναφερθούν ενδεικτικά: α) η κατάληξη του απαρεμφάτου είναι -ναι στην αττικοϊωνική και στην αρκαδοκυπριακή, -μεν(αι) στην αιολική, και -μεν στη δωρική, π.χ. εἶναι/ αιολ. ἔμμεν(αι)/ δωρ. ἔμεν· β) στη λεσβιακή και στη θεσσαλική η κλίση των ρημάτων σε -μι επεκτείνεται και στα συνηρημένα ρήματα, π.χ. αττ. καλέω/ λεσβ. κάλημι· γ) αναπτύσσεται η λεγόμενη αττική κλίση των δευτεροκλίτων, π.χ. λαός/ αττ. λεώς. Την παραγωγική μορφολογία αφορούν θέματα όπως η χρήση του υποκοριστικού επιθήματος -ιον, π.χ. παῖς - παιδίον, και η δημιουργία νέων υποκοριστικών επιθημάτων με επανανάλυση, π.χ. -ίδιον: αἴξ - αἰγίδιον. Για τη δημιουργία συγκεκριμένων συντακτικών σχημάτων χρησιμοποιούνται διαφορετικά μόρια, π.χ. αττ.-ιων., αρκαδ. ἄν/ δωρ. κα/ αιολ., κυπρ. κε.

3) στο λεξιλογικό επίπεδο

Στο λεξιλογικό επίπεδο η ελληνική δανείζεται αρκετές λέξεις από την περσική, π.χ. μάγος, παράδεισος, παρασάγγης, σατράπης, ενώ εξακολουθεί η επίδραση σημιτικών γλωσσών, π.χ. μνᾶ. Η απόδοση γλωσσικού υλικού στη θρακική, στην ιλλυρική, στη λυδική κλπ. δεν γίνεται πάντοτε με βεβαιότητα, λόγω των περιορισμένων μαρτυριών που διαθέτουμε από τις γλώσσες αυτές.

Γ. Η περίοδος της ελληνιστικής κοινής

Η περίοδος της ελληνιστικής κοινής (4ος/3ος αιώνας π.X.-4ο/5ο αιώνα μ.X.) χαρακτηρίζεται: α) από την υποχώρηση των αρχαίων διαλέκτων και β) από την εξάπλωση της ελληνικής σε αλλόγλωσσους ομιλητές της ανατολικής Μεσογείου H δημιουργία της αλεξανδρινής κοινής. Οι αλλαγές είναι πολλές και σημαντικές (βλ. Allen 2000· Πετρούνιας 2001· Παπαναστασίου 2001· Horrocks 2001· πρβ. Browning 1991):

1) στο φωνητικό-φωνολογικό επίπεδο:

  • α) τροπή του η [ę̄] σε [ẹ̄] (αττική: από τον 4ο αιώνα π.X.) και στη συνέχεια σε [ī] (περίπου 2ος αιώνας μ.X.): πρβ. τις ελνστ. γραφές ποτείριον = ποτήριον, μίτηρ = μήτηρ· τροπή του ει [ẹ̄] σε [ī] (αττική: 2ος αιώνας π.X.): πρβ. την ελνστ. γραφή ἰς = εἰς·
  • β) μονοφθογγισμός των διφθόγγων αι [ai] σε [ę̄] και οι [oi] σε [ȳ] (περίπου 2ος αιώνας μ.X.)·
  • γ) απώλεια της διάκρισης μεταξύ μακρών και βραχέων φωνηέντων (2ος-3ος αιώνας μ.X.): το φωνηεντικό σύστημα αποτελείται πλέον από έξι φωνήεντα, τα /i/, /y/, /e/, /a/, /o/, /u/·
  • δ) τροπή των διφθόγγων αυ [au] και ευ [eu], σε [af] ή [av] και [ef] ή [ev], ανάλογα με το αν ακολουθεί άηχος ή ηχηρός φθόγγος, π.χ. αὔριον [aurion] > [avrion], αὐτός [autos] > [aftos], εὔλογος [eulogos] > [evloγos], πεῦκον [peukon] > [pefkon] (3ος-2ος αιώνας π.X.)·
  • ε) εξέλιξη του συμπλέγματος ζ [zd] σε [z], π.χ. ζυγός [zdygos] > [zygos] (αττική: 4ος αιώνας π.X.)·
  • στ) τροπή των κλειστών β [b], δ [d], γ [g] σε εξακολουθητικά [v], [δ], [γ] αντίστοιχα (πρώτοι αιώνες μ.X.), εκτός από τις περιπτώσεις που προηγείται ένρινος φθόγγος, π.χ. δένδρον [déndron] > [δéndron]·
  • ζ) τροπή των κλειστών φ [ph], θ [th], χ [kh] σε εξακολουθητικά [f], [θ], [x] αντίστοιχα, π.χ. φόνος [phonos] > [fonos], θυμός [thymos] > [θymos], χαρά [khara] > [xara] (πρώτοι αιώνες μ.X.)·
  • η) απώλεια της διάκρισης απλών-διπλών συμφώνων (τέλος της περιόδου)·
  • θ) αποβολή του δασέος πνεύματος [h] (πρώτοι αιώνες μ.X.)· ι) εξέλιξη του τόνου από μουσικό σε δυναμικό· κλπ.

2) στο μορφολογικό και συντακτικό επίπεδο η κοινή χαρακτηρίζεται από τον περιορισμό της πλούσιας μορφολογίας της αττικής:

  • α) κατάργηση του δυϊκού αριθμού·
  • β) ένταξη των αθέματων ουσιαστικών και ρημάτων στις αντίστοιχες θεματικές κλίσεις, π.χ. μήτηρ > μητέρα, ὄμνυμι > ὀμνύω·
  • γ) σταδιακός περιορισμός της χρήσης της δοτικής·
  • δ) σταδιακή υποχώρηση της ευκτικής και του απαρεμφάτου· γενικά οι συντάξεις με απαρέμφατο ή μετοχή αντικαθίστανται από υποτακτικά σχήματα με συνδέσμους.

Επίσης, ο λεξιλογικός δανεισμός θα οδηγήσει στη δημιουργία νέων παραγωγικών επιθημάτων, π.χ. -άριος: καβαλλάριος < λατ. caballarius.

3) Στο λεξιλογικό επίπεδο

Στο λεξιλογικό επίπεδο τον ρόλο της γλώσσας-πηγής αναλαμβάνει κυρίως η λατινική, π.χ. δηνάριον, κουστωδία, μεμβράνη, τίτλος, ενώ σημαντική είναι η επίδραση της εβραϊκής σε λέξεις του χριστιανικού λεξιλογίου, π.χ. ἀμήν, σεραφείμ, χερουβείμ. Ελληνικές λέξεις με ανώμαλη κλίση αντικαθίστανται από ομαλές, π.χ. πλοῖον αντί ναῦς. Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή παίζουν τα υποκοριστικά, κυρίως σε -ιον: χάνοντας την υποκοριστική τους σημασία, αντικαθιστούν πλέον τα ουσιαστικά από τα οποία προέρχονταν, π.χ. ἀρνίον αντί του (ανώμαλου) ἀρήν. Υπό την επίδραση της νέας θρησκείας, παλαιές λέξεις αποκτούν νέες σημασίες, π.χ. παράδεισος (παλαιότερα 'κήπος'), ἄγγελος (παλαιότερα 'αγγελιοφόρος').

Δ. Η περίοδος της μεσαιωνικής και της νέας ελληνικής

Η περίοδος της μεσαιωνικής και της νέας ελληνικής (5ος αιώνας μ.X. - σήμερα). Στην περίοδο αυτή των 15 αιώνων οι αλλαγές είναι επίσης πολλές και ποικίλες. Η κοινή της προηγούμενης περιόδου έχει την τάση να διασπαστεί εκ νέου σε διαλέκτους, στην τάση αυτή όμως λειτουργεί αντίρροπα η ενοποιητική δύναμη της κεντρικής βυζαντινής διοίκησης. Όποτε και όπου η δύναμη αυτή φθίνει, εμφανίζονται οι νέες διάλεκτοι, οι οποίες διαμορφώνονται από το τέλος της 1ης χιλιετίας και μετά, και παίρνουν την τελική μορφή τους στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Η δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή διαμόρφωση νέας κοινής, η οποία, υπό την επίδραση της λόγιας γλώσσας, θα αποτελέσει τη σημερινή νεοελληνική κοινή. Από τις πολλές αλλαγές που γίνονται στη μεγάλη αυτή περίοδο αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες (βλ. Browning 1991· Tonnet 1995):

1) στο φωνητικό-φωνολογικό επίπεδο:

  • α) τροπή του [y] (υ, οι) σε [i] (9ος-10ος αιώνας μ.X.), οπότε το φωνηεντικό σύστημα γίνεται πλέον πενταμελές: /i/, /e/, /a/, /o/, /u/·
  • β) αποβολή αρκτικών άτονων φωνηέντων, π.χ. ἡμέρα > μέρα (πρώιμη μσν.)·
  • γ) συνίζηση των ακολουθιών [i] + Φ, π.χ. παιδία > παιδιά, καρδία > καρδιά·
  • δ) αποβολή ληκτικού -ν, π.χ. παιδίον > παιδίν > παιδί (όψιμη μσν.)
  • ε) ανομοίωση τρόπου άρθρωσης σε συμπλέγματα συμφώνων όπως [kt] > [xt], [xθ] > [xt], [pt] > [ft], [fθ] > [ft], [sθ] > [st], [sx] > [sk], π.χ. κτυπώ > χτυπώ, χθες > χτες, πτερόν > φτερό, φθάνω > φτάνω, οπισθάγκωνα > πιστάγκωνα, σχίζω > σκίζω (όψιμη μσν.).

2) στο μορφολογικό επίπεδο:

  • α) αλλαγές στο ονοματικό και στο ρηματικό σύστημα καταλήξεων, με αποτέλεσμα τη σταδιακή δημιουργία του νεοελληνικού συστήματος κλίσης·
  • β) αποβολή της άτονης ρηματικής αύξησης, π.χ. εφέρατε > φέρατε·
  • γ) δημιουργία περιφραστικών τύπων για τον μέλλοντα και τον παρακείμενο, που κατέληξε στους νεοελληνικούς σχηματισμούς θα δώσω - έχω δώσει·
  • δ) εμφάνιση νέων παραγωγικών επιθημάτων, ορισμένα από τα οποία είναι δάνεια, π.χ. ιταλ. -άρω, τουρκ. -τζής, βεν. -άδα. Η σύνταξη, τόσο σε αυτή όσο και στην προηγούμενη περίοδο, τείνει να γίνει όλο και πιο αναλυτική.

3) στο λεξιλογικό επίπεδο

Στο λεξιλογικό επίπεδο καθρεφτίζεται σε μεγάλο βαθμό η συνάντηση της ελληνικής -και των Ελλήνων- με διάφορες γλώσσες -και λαούς- που συνέβη κατά τη μακρόχρονη αυτή περίοδο. Στην πρώιμη μεσαιωνική εποχή συνεχίζεται ακόμη η επίδραση της λατινικής. Σημιτικές γλώσσες (συριακή, αραβική κτλ.) παρέχουν επίσης δάνειο υλικό. Στη συνέχεια έχουμε την επίδραση της σλαβικής, με δάνεια όπως βάλτος, ρούχο, της αλβανικής, με λέξεις όπως βλάμης, μπέσα, και της τουρκικής, από τον 11ο-12ο και κυρίως από τον 15ο αι., με πλήθος λέξεις, π.χ. γλέντι, κέφι, νάζι, πιλάφι, σεντούκι, φέσι, χαλβάς κλπ. Η ιταλική (και η βενετσιάνικη) επίδραση ήταν επίσης σημαντική, π.χ. καναρίνι, καπετάνιος, μπαρμπούνι, πορτοφόλι, στάμπα· είναι ισχυρότερη σε περιοχές που έζησαν υπό δυτική κατοχή. Κατά τη διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα κυριαρχεί η επίδραση της γαλλικής, είτε με άμεσο δανεισμό, π.χ. γάντι, λικέρ, μιλφέιγ, είτε με μεταφραστικά δάνεια, π.χ. αποσυμπίεση, διαμέρισμα, αλλά και η επίδραση του συνεχώς αυξανόμενου διεθνούς - σε μεγάλο βαθμό επιστημονικού - λεξιλογίου, π.χ. βιογένεση, γαστροσκόπιο, εντροπία. Σήμερα η γλώσσα δέχεται δάνεια κυρίως από την αγγλική, π.χ. τένις, μπαρ, ντίσκο, ίντερνετ. Συνεχής υπήρξε, τους τελευταίους κυρίως αιώνες, η επίδραση της αρχαίας ελληνικής, με πλήθος λόγια δάνεια που πέρασαν στο λεξιλόγιο της κοινής μέσω της καθαρεύουσας, π.χ. αυτάρκης, γενναίος, κήρυγμα, οικία, προετοιμάζω, ρύπος, συγχέω, ταλαίπωρος.

BIBΛIOΓPAΦIA

  1. ALLEN, W. S. 2000. VoxGraeca: Hπροφορά της ελληνικής την κλασική εποχή. Μτφρ. Μ. Καραλή & Γ. Παράσογλου. Θεσσαλονίκη: Iνστιτούτο Nεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη]. Τίτλος πρωτοτύπουVox Graeca: A Guide to the Pronunciation of Classical Greek (Cambridge: Cambridge University Press, 1987).
  2. BEEKES, R. S. P. 2004. Εισαγωγή στη συγκριτική ινδοευρωπαϊκή γλωσσολογία. Μτφρ. Γ. Παπαναστασίου & Σ. Τσολακίδης. Θεσσαλονίκη: Iνστιτούτο Nεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη]. Τίτλοςπρωτοτύπου Comparative Indo-European Linguistics: An Introduction (Amsterdam: John Benjamins, 1995).
  3. BROWNING, R. 1991. Hελληνική γλώσσα: Μεσαιωνική και νέα. Μτφρ. Μ. Ν. Κονομή. Aθήνα: Παπαδήμας.Τίτλος πρωτοτύπου Medieval and Modern Greek (Cambridge: Cambridge University Press, 1983).
  4. CLACKSON, J. 2001. Η διαμόρφωση της ελληνικής γλώσσας. Στο XΡΙΣΤΙΔΗΣ 2001, 148-153.
  5. HORROCKS, G. 2001. Σύνταξη: Από την κλασική ελληνική στην κοινή. Στο XΡΙΣΤΙΔΗΣ 2001, 457-467.
  6. McMAHON, A. M. S. 2005. Ιστορική γλωσσολογία: Hθεωρία της γλωσσικής μεταβολής. Μτφρ. Μ. Μητσιάκη & Α. Φλιάτουρας. Aθήνα: Mεταίχμιο. Τίτλος πρωτοτύπου Understanding Language Change (Cambridge: Cambridge University Press, 1994).
  7. ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Γ. 2001. Μορφολογία: Από την κλασική ελληνική στην κοινή. Στο XΡΙΣΤΙΔΗΣ 2001, 451-456.
  8. ΠΕΤΡΟΥΝΙΑΣ E. 2001. Εξέλιξη της προφοράς κατά την ελληνιστική εποχή. Στο XΡΙΣΤΙΔΗΣ 2001, 442-450.
  9. THOMASON, S. G. 2001. Language Contact: An Introduction. Edinburgh: Edinburgh University Press.
  10. TONNET, H. 1995. Ιστορία της νέας ελληνικής γλώσσας. Μτφρ. Μ. Καραμάνου & Π. Λαλιάτσης. Επιμ. Χ. Χαραλαμπάκης. Αθήνα: Παπαδήμας. Τίτλος πρωτοτύπου Histoire du Grec Moderne: La Formation d'une langue (Παρίσι: L'Asiathéque, 1993).
  11. XΡΙΣΤΙΔΗΣ, A.-Φ., επιμ. 2001. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].
Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:43