Parallel Search
Results for: "χυδαιολογώ"
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << First < Previous Next > Last >> |
- χυδαιολογεί (1) [χυδαιολογώ - V:P3s:D3s:T3s]
-
N0627 P003 L006 …ιώνονται θάνατοι, μια σειρά που χυδαιολογεί κατά τον αισχρότερο τρόπο με το…
ΞΞ½Ξ± εγχείΟΞ·ΞΌΞ± του ΞΞΞ½Ο„ΟΞΏΟ… Ελληνικής ΓλΟσσας Ξ³ΞΉΞ± την υποστήΟΞΉΞΎΞ· της ελληνικής Ξ³Ξ»Οσσας στη διαχΟΞΏΞ½Ξ―Ξ± της: Ξ±Οχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, Ξ½ΞΞ± ελληνική αλλά ΞΊΞ±ΞΉ στη συγχΟΞΏΞ½ΞΉΞΊΞ® της διάσταση.
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << First < Previous Next > Last >> |
N0627 P003 L006 …ιώνονται θάνατοι, μια σειρά που χυδαιολογεί κατά τον αισχρότερο τρόπο με το…
© 2006 - 2008 Centre for the Greek Language | Copyright | Terms of Use |