Parallel Search

Search

Go
Show

Results for: "τρενάρω"

2 λέξεις με 3 εμφανίσεις [1-2]

τρενάρει (2) [τρενάρω - V:P3s:F3s:D3s:S3s:T3s]

M2290 P007 L013   …ην πρόταση, επιβεβαιώνοντας ότι "τρενάρει" την απόφασή του για να εξαντλήσ…

M3905 P002 L004   …ης Θεσσαλονίκης να αποφασίσει να τρενάρει τη λύση του συμβολαίου του, μήπω…

τρενάρω (1) [τρενάρω - V:W:P1s:F1s:D1s:S1s:T1s]

P5895 P009 L017   …ρως, εκμεταλλεύομαι την ευκαιρία, τρενάρω, παρατραβώ, καθυστερώ, βραδιάζομα…

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go