Parallel Search
Results for: "τουλουμιάζω"
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << First < Previous Next > Last >> |
- τουλουμιάσουν (1) [τουλουμιάζω - V:F3p:S3p]
-
M6718 P009 L015 …φοβάται, εγώ τι να κάνω; Θα με τουλουμιάσουν στο ξύλο! Υπήρχε… ερωτική σχέσ…
ΞΞ½Ξ± εγχείΟΞ·ΞΌΞ± του ΞΞΞ½Ο„ΟΞΏΟ… Ελληνικής ΓλΟσσας Ξ³ΞΉΞ± την υποστήΟΞΉΞΎΞ· της ελληνικής Ξ³Ξ»Οσσας στη διαχΟΞΏΞ½Ξ―Ξ± της: Ξ±Οχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, Ξ½ΞΞ± ελληνική αλλά ΞΊΞ±ΞΉ στη συγχΟΞΏΞ½ΞΉΞΊΞ® της διάσταση.
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << First < Previous Next > Last >> |
M6718 P009 L015 …φοβάται, εγώ τι να κάνω; Θα με τουλουμιάσουν στο ξύλο! Υπήρχε… ερωτική σχέσ…
© 2006 - 2008 Centre for the Greek Language | Copyright | Terms of Use |