Parallel Search

Search

Go
Show

Results for: "σαβουρώνω"

1 λέξη με 1 εμφανίσεις

σαβουρώσει (1) [σαβουρώνω - V:F3s:S3s]

N3148 P011 L069   …ειρες μικρές κουραδίτσες να τις σαβουρώσει, να τελειώνουμε.| Τηγάνισε. Τσι…

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go