Parallel Search
Results for: "περιτυλίγω"
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << First < Previous Next > Last >> |
- περιτύλιξε (1) [περιτυλίγω - V:J3s:Z2s, περιτυλίσσω - V:J3s:Z2s]
-
M1100 P003 L004 …). Εκ της προσκρούσεως το σύρμα περιτύλιξε εις το ύψος του παρμπρίζ το αυτ…