Parallel Search
Results for: "κρυφογελώ"
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << First < Previous Next > Last >> |
- κρυφογελώντας (1) [κρυφογελάω - V:G, κρυφογελώ - V:G]
-
P6061 P014 L044 …ποχώρησε καθώς μας πάτησε γερά κρυφογελώντας. Είχα κι εγώ πιστέψει στο χαμό…