Parallel Search
Results for: "*ώνω*"
2 λέξεις με 3 εμφανίσεις [1-2] | << First < Previous Next > Last >> |
- σουρουπώσει (1) [σουρουπώνω - V:F3s:S3s]
-
M6943 P003 L010 …μοκρασία θα μειωθεί αισθητά, θα σουρουπώσει και θα φανούν τα λαμπρότερα αστ…
- σουρούπωνε (2) [σουρουπώνω - V:I3s:Y2s:C3s]
-
M0657 P003 L010 … ψυχολογικά προβλήματα. Κι όταν σουρούπωνε, σαπούνιζαν κεφάλι, λαιμό και χ…
P3203 P003 L036 …ια οικονομικούς λόγους, πως ... Σουρούπωνε. Μερικά φώτα είχαν ανάψει κιόλα…