Parallel Search

Search

Go
Show

Results for: "*ώνω*"

1 λέξη με 1 εμφανίσεις

ξεσπιτώνουν (1) [ξεσπιτώνω - V:P3p:D3p:T3p]

N1804 P003 L005   …ς, Τσέχες, Πολωνέζες, Βουλγάρες ξεσπιτώνουν συνταξιούχους από τα σπίτια του…

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go