Parallel Search

Search

Go
Show

Results for: "*ώνω*"

1 λέξη με 1 εμφανίσεις

μετανοιώνει (1) [μετανοιώνω - V:P3s:D3s:T3s]

P4239 P004 L012   … αλλάζει στ’ αλήθεια μόνον όταν μετανοιώνει πραγματικά. Κι ότι μια τέτοια μ…

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go