Parallel Search

Search

Go
Show

Results for: "*αφ*"

1 λέξη με 1 εμφανίσεις

στραφτοκοπούνε (1) [στραφτοκοπώ - V:P3p:D3p:T3p]

P2937 P015 L131   …ουλά της. Μονάχα τα μάτια της στραφτοκοπούνε κάτω απ' το πλατύ μέτωπο.| Η …

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go