Parallel Search
Results for: "*αφ*"
2 λέξεις με 3 εμφανίσεις [1-2] | << First < Previous Next > Last >> |
- κατέτρωγε (2) [κατατρώω - V:I3s:C3s]
-
N0237 P015 L053 …λλά και "ένα μεγάλο καημό που με κατέτρωγε...". Μοιράστηκε τον καημό της με…
N2365 P005 L017 … να εξολοθρεύσουν τη μάστιγα που κατέτρωγε τα ζωντανά.| Υπό αμερικανομεξικα…
- καταφάει (1) [κατατρώγω - V:F3s:S3s, κατατρώω - V:F3s:S3s]
-
N3063 P012 L039 …ηλατήσει το φέρον πρόσωπο, να το καταφάει, να το απομυζήσει.| Ένα προσωπεί…