Parallel Search

Search

Go
Show

Results for: "*αφ*"

1 λέξη με 1 εμφανίσεις

αλαφράγγιζε (1) [αλαφραγγίζω - V:I3s:Y2s:C3s]

P2950 P007 L021   …υ ήταν υπερβολική. Δεν πατούσε, αλαφράγγιζε. Δεν έτρωγε, τσιμπούσε. Ήταν κα…

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go