Parallel Search
Results for: "αλατισμένος -η -ο"
3 λέξεις με 4 εμφανίσεις [1-3] | << First < Previous Next > Last >> |
- αλατισμένα (1) [αλατισμένος - A:Nnp:Anp:Vnp]
-
P4339 P006 L012 …ώρας: λάδι, ελιές, ψάρια (νωπά, αλατισμένα, λιασμένα), τυρί, μέλι, σιτηρά,…
- αλατισμένο (2) [αλατισμένος - A:Ams:Nns:Ans:Vns]
-
N0042 P020 L065 …ο κοτόπουλο σε μία κατσαρόλα με αλατισμένο νερό και το αφήνουμε να βράσει.…
N2258 P012 L057 …ο 1794.| Το sauerkraut είναι το αλατισμένο ψιλοκομμένο λάχανο της γερμανικ…
- αλατισμένος (1) [αλατισμένος - A:Nms]
-
M1201 P002 L005 …ργων, των παλαιών χειρολαβών, ο αλατισμένος καραβοκυρός της πλώρης, της γορ…