Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: ύαινα
1 item total
ύαινα η [íena] Ο27 : 1. σαρκοφάγο θηλαστικό που ζει στην Aφρική και στην Aσία και που τρέφεται με πτώματα ζώων. 2. (μτφ.) άνθρωπος, ιδίως γυναίκα, εξαιρετικά ύπουλος και σκληρός.

[λόγ. < αρχ. ὕαινα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go