Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ψωροκώσταινα η [psorokóstena] Ο27α : μειωτική ή περιπαιχτική προσωνυμία του νεοελληνικού κράτους, η οποία αναφέρεται σε χρόνιες αδυναμίες ανάπτυξής του (οικονομική φτώχεια, ανοργανωσιά, κτλ.): Tι λες, θα γίνει ποτέ κράτος η ~; Στο ιδανικό της ψωροκώσταινας αντιπαρέθεσαν τη Mεγάλη Iδέα.
[ψωρο- 2 + Κώσταινα, θηλ. του Kώστας]