Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: χρυσαλλίδα
1 item total
χρυσαλλίδα η [xrisalíδa] Ο26 : το δεύτερο στάδιο της μεταμόρφωσης της κάμπιας, προτού να γίνει πεταλούδα· νύμφη 2. || (επέκτ., σπάν.) πεταλού δα.

[λόγ. < αρχ. χρυσαλλίς, αιτ. -ίδα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go