Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χαζοκούτι
1 εγγραφή
χαζοκούτι το [xazokúti] Ο44 : (μειωτ.) η συσκευή της τηλεόρασης, για να δηλώσουμε ότι τα προγράμματά της αποβλακώνουν τους θεατές.

[χαζο- + κουτ(ί) -ι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες