Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: φτήνια
1 item total
φτήνια η [ftína] & φθήνια η [fθína] Ο25α : 1. η διαμόρφωση χαμηλών τιμών σε εμπορεύματα, σε αγαθά· η προσφορά τους σε χαμηλές τιμές στην αγορά. ANT ακρίβεια: Aγόρασαν σπίτι, όταν υπήρχε ακόμα σχετική ~ στις τιμές. ΠAΡ έκφρ. η ~ τρώει τον παρά, τα χρήματα ξοδεύονται σε πράγματα που είναι φτηνά, που αγοράζονται εύκολα. 2. (μτφ.) χαμηλή ποιότητα: H ~ των επιχειρημάτων του δεν έπεισε κανέναν.

[φτην(ός) ή φτην(αίνω) -ια (αναδρ. σχημ.) (πρβ. μσν. φτηνιά < συμφυρ. ελνστ. εὐθένεια `αφθονία΄ + εὐθηνία `δωρεάν διανομή σιτηρών΄ με ανομ. τρόπου άρθρ. [fθ > ft] )· λόγ. επίδρ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go