Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τοστιέρα
1 εγγραφή
τοστιέρα η [tostxéra] Ο25α : μικρή ηλεκτρική συσκευή για να ψήνουν τοστ.

[τοστ -ιέρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες