Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: σιδηροτροχιά
1 item total
σιδηροτροχιά η [siδirotroxiá & siδirotroxá] Ο24 : καθεμιά από τις χαλύβδινες δοκούς ορισμένης διατομής, οι οποίες, τοποθετημένες σε παράλληλη σειρά, αποτελούν την οδό επάνω στην οποία κινούνται οι ειδικά διαμορφωμένοι τροχοί των σιδηροδρομικών οχημάτων.

[λόγ. σιδηρο- + τροχιά μτφρδ. γερμ. Εisenbahn]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go