Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: κτηνίατρος
1 item total
κτηνίατρος ο [ktiníatros] Ο20α θηλ. κτηνίατρος [ktiníatros] Ο36 : ειδικός γιατρός που ασχολείται με την πρόληψη και τη θεραπεία των ασθενειών των ζώων.

[λόγ. < ελνστ. κτηνίατρος `γιατρός βοοειδών΄· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go