Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: ιγμορίτιδα
1 item total
ιγμορίτιδα η [iγmorítiδa] Ο28 : (ιατρ.) φλεγμονή στα ιγμόρεια.

[λόγ. ιγμόρ(ειον) -ίτις > -ίτιδα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go