Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: ηγουμενοσυμβούλιο
1 item total
ηγουμενοσυμβούλιο το [iγumenosimvúlio] Ο40 : συμβούλιο διοίκησης μιας μονής που αποτελείται από τον ηγούμενο και ορισμένους μοναχούς.

[λόγ. ηγούμεν(ος) -ο- + συμβούλιον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go