Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: επιτομή
2 items total [1 - 2]
επιτομή η [epitomí] Ο29 : χαρακτηρισμός κειμένου, κυρίως βιβλίου, στο οποίο εκτίθεται συντομευμένο το περιεχόμενο άλλου εκτενέστερου: ~ της ιστορίας.

[λόγ. < αρχ. ἐπιτομή]

επίτομος -η -ο [epítomos] Ε5 : (για βιβλίο) που αποτελείται από ένα μόνο τόμο: Επίτομη εγκυκλοπαίδεια. Επίτομο λεξικό.

[λόγ. < ελνστ. ἐπίτομος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go