Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: επανεκκίνηση
1 item total
επανεκκίνηση η [epanekínisi] Ο33 : η εκ νέου εκκίνηση ενός υπολογιστή: Ο υπολογιστής κόλλησε και χρειάζεται ~.

[λόγ. επαν(α)- εκκίνη(σις) -ση μτφρδ. αγγλ. restart]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go