Dictionary of Standard Modern Greek
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- εικονολατρία η [ikonolatría] Ο25 : (ιστ.) η θεολογική και εκκλησιαστική άποψη που αντιτάχθηκε στην εικονομαχική πολιτική ορισμένων βυζαντινών αυτοκρατόρων του 8ου και 9ου αι. και υποστήριξε τη λατρεία του Θεού μέσο των εικόνων.
[λόγ. < γαλλ. iconolâtrie < iconolâtr(e) < μσν. εικονολάτρ(ης) -ie = -ία]



