Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: γεωπολιτική
2 items total [1 - 2]
γεωπολιτική η [jeopolitikí] Ο29 : η μελέτη της επίδρασης των γεωγραφικών, οικονομικών και δημογραφικών παραγόντων στην πολιτική και κυρίως στην εξωτερική πολιτική των κρατών. || ο συνδυασμός πολιτικών και γεωγραφικών παραγόντων που χαρακτηρίζουν ένα συγκεκριμένο κράτος ή μια περιοχή.

[λόγ. < αγγλ. geopolitics < geo(graphy) = γεω(γραφία) + politics = πολιτική]

γεωπολιτικός -ή -ό [jeopolitikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στη γεωπολιτική: Ο ~ χάρτης μιας χώρας. Γεωπολιτική θεωρία. H Bαλκανική χερσόνησος μπορεί να αποτελέσει μια ιδιαίτερη γεωπολιτική ενότητα.

[λόγ. γεωπολιτ(ική) -ικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go