Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: αχινός
1 item total
αχινός ο [axinós] Ο17 : μικρό θαλασσινό ζώο του οποίου το σώμα περιβάλλεται από σφαιρικό ή ωοειδές κέλυφος που αποτελείται από ασβεστολιθικές πλάκες και καλύπτεται από αγκάθια.

[μσν. αχινός < αρχ. ἐχῖνος με τροπή [e > a] από συμπροφ. με το αόρ. άρθρο στην αιτ. και ανασυλλ. [ena-exi > enaxi > en-axi] (μετακ. τόνου;)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go