Dictionary of Standard Modern Greek
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- αφετέρου [afetéru] σύνδ. αντιθ. : (λόγ.) από την άλλη (μεριά)· συνήθ. στο σχήμα: αφενός (μεν)
~ (δε) / και ~, για να εκθέσει ο ομιλητής δύο ισοδύναμους όρους ή προτάσεις: Δεν κατάφερε να τους πείσει να το αγοράσουν αφενός (μεν) γιατί ήταν ακριβό ~ δε γιατί δεν τους ενέπνευσε εμπιστοσύνη.
[δες στο αφενός]



