Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: αστρίτης
1 item total
αστρίτης ο [astrítis] Ο10 : είδος μικρού δηλητηριώδους φιδιού που συγγενεύει με την οχιά και ζει σε ξερά και ηλιόλουστα μέρη με αραιή βλάστηση.

[άστρ(ο) -ίτης]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go