Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρτιμέλεια
1 εγγραφή
αρτιμέλεια η [artimélia] Ο27 : η ιδιότητα του αρτιμελούς, η σωματική ακεραιότητα.

[λόγ. αρτιμελ(ής) -εια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες