Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: αρρενωπότητα
1 item total
αρρενωπότητα η [arenopótita] Ο28 : η ιδιότητα του αρρενωπού.

[λόγ. < μσν. αρρενωπότης, αιτ. -ητα < αρρενωπ(ός) -ότης]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go