Dictionary of Standard Modern Greek
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- απύραυλος -η -ο [apíravlos] Ε5 : χαρακτηρισμός περιοχής όπου δεν υπάρχουν στρατιωτικοί πύραυλοι, ιδίως πυρηνικοί: Aπύραυλη ζώνη. Aγώνας για απύραυλα Bαλκάνια.
[λόγ. α- 1 πύραυλ(ος) -ος απόδ. αγγλ. missile-free]