Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: αξιοσημείωτος
1 item total
αξιοσημείωτος -η -ο [aksiosimíotos] Ε5 : που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και γι΄ αυτό αξίζει την προσοχή μας: Έκανε μια αξιοσημείωτη παρατήρηση. Είναι αξιοσημείωτη η μεγάλη συχνότητα του φαινομένου. || Είναι αξιοσημείωτο ότι…

[λόγ. αξιο- + σημειω- (δες σημειώνω) -τος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go