Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: άπωση
1 item total
άπωση η [áposi] Ο33 : 1.(φυσ.) η δύναμη με την οποία τα διάφορα σώματα ή σωμάτια απωθούνται αμοιβαία. ANT έλξη: Hλεκτρική / μαγνητική ~. 2. (ψυχ.) απώθηση.

[λόγ.: 1: αρχ. ἄπω(σις) -ση· 2: σημδ. γαλλ. répulsion]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go