Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Σεπτέμβρης
1 εγγραφή
Σεπτέμβρης ο [septémvris] Ο11 : (προφ.) Σεπτέμβριος.

[λόγ. επίδρ. στο λαϊκό Σεπτέβρης < ελνστ. Σεπτέμβριος (δες λ.) με αποβ. του [m] πριν από [v] και αποφυγή της χασμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες