Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: διηγιέμαι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
διηγιέμαι [δiijéme] Ρ10.1β : (λαϊκότρ., λογοτ.) διηγούμαι: Mας διηγιόταν ιστορίες από την Kατοχή.

[λόγ. διηγ(ούμαι) μεταπλ. -ιέμαι για προσαρμ. στη δημοτ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go