Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ταυτολογώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ταυτολογώ [taftoloγó] Ρ10.9α : μιλώ με ταυτολογίες, λέω τα ίδια και τα ίδια.

[λόγ. < ελνστ. ταυτολογῶ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες