Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ξεμυστηρεύομαι
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ξεμυστηρεύομαι [ksemistirévome] Ρ5.2β : (λαϊκότρ.) εκμυστηρεύομαι.

[ξε- μυστήρ(ιον) (στη μσν. σημ.: `μυστικό΄) -εύομαι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες