Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μπιζάρω [bizáro] Ρ6α : (για θεατή σε θέαμα και ιδ. ακροατή σε συναυλία) ζητώ με φωνές, χειροκροτήματα κτλ. από τον καλλιτέχνη να επανεμφανιστεί στη σκηνή, συνήθ. για να ερμηνεύσει κτ. εκτός προγράμματος.
[μπιζ 2 -άρω]



